Συνέντευξη στον Μάνο Χρυσό
Αυτό έκανε και τώρα όταν μας άνοιξε την καρδιά του σε μια ιδιαίτερη πιστεύουμε συνέντευξη στο MVP. Συναντήσαμε το Χανιώτη τεχνικό στην Αθήνα και είχαμε την ευκαιρία για μια συζήτηση εφ’όλης της ύλης.
Ο Γιώργος Καλαφατάκης – περί αυτού άλλωστε ο λόγος – είναι εδώ, θυμάται σχολιάζει, καυτηριάζει τα του μπάσκετ στην Ελλάδα, αρχίζοντας από την εποχή που ήταν στον πάγκο του «Ηράκλειο»….
«Πιστεύω ότι ήταν ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην καριέρα μου, ήταν σε μια εποχή που το μπάσκετ ήταν σε πολύ καλό επίπεδο, δηλαδή δεν είχε την πτώση που παρουσιάζει τα τελευταία έξι – επτά χρόνια. Ήταν μια περίοδος που το μπάσκετ αγκαλιάστηκε πολύ από τον κόσμο του Ηρακλείου και όχι μόνο, αλλά από όλη την Κρήτη.
Το γήπεδο ήταν γεμάτο, υπήρχε ο Παπακαλιάτης, που το όραμα που είχε το έκανε πραγματικότητα, από τα τοπικά πρωταθλήματα έφερε την ομάδα στην Α1 και στην Ευρώπη».
Σε επίπεδο συνεργασίας;
«Η συνεργασία ήταν άψογη σε όλα τα επίπεδα. Όλοι είχαν ένα κοινό στόχο, έναν σκοπό. Αγάπη μεγάλη, καλούς φίλους, όμορφες σχέσεις. Αυτά τα πράγματα είναι σημαντικά, δεν θέλεις και κάτι άλλο στη ζωή σου. Μακάρι να κράταγε και παραπάνω. Βλέπεις όμως από τότε που τα παράτησε ο Πακαλιάτης, το μπάσκετ στο «Ηράκλειο» πού έφθασε».
Μια και έθιξες τον παράγοντα Παπακαλιάτη, πιστεύεις ότι τώρα που ασχολήθηκε παραγοντικά με το ποδόσφαιρο, μπορεί να έχει και ανάλογη επιτυχία εκεί;
«Δεν μπορώ να το προβλέψω. Ο Μανώλης Παπακαλιάτης ήταν άνθρωπος του μπάσκετ, ήταν παίκτης, ήταν διαιτητής, είχε περάσει απ’ όλα τα πόστα. Το ήξερε το άθλημα, το ζούσε το είχε μέσα στο πετσί του, τώρα το ποδόσφαιρο δεν ξέρω. Μπορεί να είναι φίλαθλος, να ασχολείται αλλά δε νομίζω ότι είναι το ίδιο πράγμα γι’ αυτόν το ποδόσφαιρο με το μπάσκετ. Άλλωστε δεν είναι πρόεδρος. Στο «Ηράκλειο» ήταν ο μεγαλομέτοχος, εκείνος που έπαιρνε τις αποφάσεις. Ήταν ένας άνθρωπος «κιμπάρης», ό,τι ήθελες σου το προσέφερε για να δουλέψεις σωστά,
ταξίδευε πολύ με αποτέλεσμα να έχει άλλες παραστάσεις και ιδέες που στη συνέχεια ήθελε να τις εφαρμόσει και εδώ. Έβλεπε πολύ πιο μπροστά από την εποχή του, αλλά δυστυχώς και αυτός απογοητεύτηκε και έφυγε από τον χώρο του μπάσκετ».
Είναι ένα φαινόμενο που συναντάμε συχνά, την απογοήτευσή σε παράγοντες που μπορούν να προσφέρουν…
«Ναι, γιατί δεν τους αφήνουν να προχωρήσουν σ’ αυτά που έχουν οραματιστεί και όχι μόνο δεν τους αφήνουν αλλά είτε τους δημιουργούν εμπόδια, ή δεν τους συμπαραστέκονται, γιατί στην Ελλάδα τα πράγματα είναι κάπως ρευστά…»
Αυτή την ρευστότητα, την έχεις βιώσει εσύ αρκετά τα τελευταία χρόνια και αναφέρομαι βέβαια στην προπονητική σου καριέρα.
«Το κακό μ’ εμένα ότι εγώ έζησα προπονητικά σε ιδανικές καταστάσεις. Οκτώ χρόνια στους Αμπελόκηπους και τρία στο «Ηράκλειο» όπου μιλάμε για «εξωπραγματικές» σχέσεις, οράματα και συνθήκες δουλειάς. Ήταν όλα για το μπάσκετ. Φεύγοντας από εκεί, μπήκα σε μια διαδικασία να δω την πραγματικότητα διαπιστώνοντας προς δυσάρεστή μου έκπληξη ότι όλο αυτό που είχα ζήσει ήταν μια εικονική εικόνα. Δεν έζησα ξανά τέτοιες συνθήκες».
Δηλαδή αν και έχουν περάσει αρκετά χρόνια από εκείνες τις εποχές, δεν έχουν πάει μπροστά τα πράγματα;
«Έχουμε πάει πίσω. Ας μην ξεγελιόμαστε από τις επιτυχίες των εθνικών ομάδων, ή του Παναθηναϊκού. Ας μην ξεχνάμε ότι η ραχοκοκαλιά της Εθνικής έπαιζε στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Μόνο ο Διαμαντίδης και ένας δύο ακόμα είχαν μείνει. Παπαλουκάς, Παπαδόπουλος, Φώτσης, Κακιούζης, Ζήσης, Σπανούλης… η αφρόκρεμα της εθνικής έπαιζε σε ξένα πρωταθλήματα. Όσο για τις ομάδες που εκπροσωπούν την χώρα μας, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός έχουν μπάτζετ απλησίαστα ακόμα και για τα ευρωπαϊκά επίπεδα, οπότε ξεγελιόμαστε με το να κάνουν τις επιτυχίες. Σημασία έχει το ελληνικό πρωτάθλημα, και η παραγωγική διαδικασία. Βέβαια γίνονται προσπάθειες από την Ομοσπονδία με το αναπτυξιακό πρόγραμμα αλλά από κει και πέρα δεν αξιοποιούνται.
Πού εντοπίζεις δηλαδή το πρόβλημα;
«Νομίζω ότι έχουμε πολύ μεγάλο πρόβλημα, στην οργάνωση και στη λειτουργία της Α1. Είμαστε πολύ πίσω από πλευράς οργάνωσης, χορηγίας, γηπέδων, παραγόντων, στόχων, προγραμματισμού… Βλέπεις ότι οι ομάδες χρωστάνε, δικαστήρια, πτωχεύσεις, συγχωνεύσεις, προσφυγές, πιστοποιητικά. Τεράστια προβλήματα, το ελληνικό μπάσκετ βάλλεται από πλήθος προβλημάτων. Την ίδια ώρα αν κάποιος εξωτερικός παρατηρητής δει τις επιτυχίες που έκαναν φέτος τα εθνικά μας συγκροτήματα, σε επίπεδο ανδρών, παίδων, εφήβων, με τον Παναθηναϊκό ακόμα και την παρουσία του Ολυμπιακού στο Φάιναλ Φορ, θα πει ότι είμαστε η χώρα του μπάσκετ».
Μοιάζει δηλαδή το ελληνικό μπάσκετ με μαγική εικόνα;
«Κάπως έτσι, σκέψου όμως αν οργανωθούμε τα θαύματα μπορούσε να κάνουμε. Δυστυχώς όμως δεν κάνουμε τίποτα».
Χρόνια ακούμε για την ανάγκη να οργανωθεί το μπάσκετ. Το υλικό –παίκτες – υπάρχει, αγάπη για το άθλημα και λόγω των επιτυχιών περισσεύει, γιατί δεν μπορούμε να οργανωθούμε στο παραπάνω επίπεδο;
«Η οργάνωση πώς θα έρθει. Η οργάνωση χρειάζεται τους κατάλληλους ανθρώπους, να βάλουν κάτω τα πράγματα να δούνε την πραγματικότητα και να προχωρήσουν. Τι, οργάνωση στα λόγια και στις συσκέψεις στρογγυλής τραπέζης;»
Ποιους πιστεύει να εξυπηρετεί έτσι αυτή η κατάσταση;
«Πάντως δεν πιστεύω ότι εξυπηρετεί ούτε τους παίκτες ούτε τους προπονητές. Εγώ θεωρώ ότι στο μπάσκετ και γενικότερα στον αθλητισμό θα πρέπει να υπάρχουν ισχυρές Ομοσπονδίες και Κρατικός έλεγχος. Γενικά χρειάζονται τομές αλλά όλοι φοβούνται το πολιτικό κόστος. Όταν υπάρξει ένας άνθρωπος που να ηγείται του ελληνικού αθλητισμού, αποφασισμένος να αγνοήσει το πολιτικό κόστος τότε θα δούμε μια άσπρη μέρα. Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο, γιατί οι πολιτικοί είναι εγκλωβισμένοι στο πολιτικό κόστος και έτσι μένουμε στο λόγια και δεν προχωράμε στα έργα».
Μας ξεγελάνε και οι επιτυχίες ίσως;
«Σίγουρα μας ξεγελάνε και κάποιοι τις εκμεταλλεύονται ώστε να συγκαλύψουν όλα τα κακώς κείμενα. Εμάς τους προπονητές, δεν μας διαλέγουν επαγγελματίες, μας διαλέγουν, πρόεδροι, παράγοντες και πάει λέγοντας. Οι μόνοι που έχουν αξιοκρατικά κριτήρια επιλογής, που επιλέγονται γιατί πραγματικά αξίζουν είναι οι βοηθοί του πρώτου προπονητή. Γιατί; Μα γιατί τους επιλέγουν επαγγελματίες, εμείς. Οι πρώτοι προπονητές επιλέγουν τους συνεργάτες τους αξιοκρατικά, ποιος θα μας κάνει καλύτερα την δουλειά μας. Ενώ αυτό δεν γίνεται με εμάς ακριβώς γιατί δεν μας επιλέγουν επαγγελματίες. Βέβαια και στην επιλογή του τεχνικού επιτελείου βλέπουμε να παρεμβαίνουν ομάδες που θέλουν να έχουν δικούς τους ανθρώπους, και εκεί έχουμε αλλά προβλήματα.
Βλέπεις λοιπόν ότι λειτουργούμε πρόχειρα. Στον Έλληνα προπονητή – και στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ – του δημιουργούν πρόβλημα να έχει αυτούς που θέλει δίπλα του. Στον ξένο του φέρνουν μία κουστωδία ολόκληρη, και μετά αυτοί οι προπονητές τους τρέχουν στη ΦΙΜΠΑ, στη ΦΙΦΑ και τους καταγγέλλουν. Ακόμα και όταν παίρνουν έναν Έλληνα προπονητή, υπάρχει μια άποψη που θέλει να τον απαξιώνει και στη συνέχεια του φορτώνουν και όλα τα δεινά της ομάδας.
Θέλεις λοιπόν να πας να δουλέψεις σε μια ομάδα και σου λένε θα έχεις αυτόν τον βοηθό, το βλέπεις αυτό, το ζεις και δεν πας. Δεν μπορείς να έχεις βοηθό κάποιου επειδή είναι ανιψιός, ή φίλος, ή κουμπάρος του προέδρου και χάνεις τη δουλειά.
Υπάρχουν και ομάδες που λειτουργούν επιτυχημένα με αυτό το μοντέλο και δεν μπορείς να πεις και τίποτα. Δεν μπορείς να αποκλείεις το ένα από το άλλο, αλλά είναι θέμα επιλογής, τι πιστεύεις. Είναι πολλά πράγματα που μας λείπει η ειδική γνώση. Πρέπει να ανοίξουμε λίγο παραπάνω τα φτερά μας, να δούμε πιο πέρα. Να δούμε πώς πρέπει να λειτουργήσουμε. Εμείς είμαστε στο σήμερα, σε μια νίκη. Παίζουμε κάθε Σάββατο για την επόμενη μέρα. Έτσι δεν μπορείς να κάνεις δουλειά. Εντάξει εγώ έχω μάθει στα δύσκολα και δεν με νοιάζει, δεν έχω πρόβλημα. Μπορώ να παίζω κάθε μέρα το κεφάλι μου, και θα πετύχω ό,τι και να γίνει. Πόσοι όμως το μπορούν αυτό; Μπορείς βέβαια να αντέχω και ο λόγος να είναι ότι δεν έχω άλλη δουλειά και είναι μονόδρομος. Έχω ζυμωθεί έτσι και έχω μάθει να αντιστέκομαι.
Άλλοι άνθρωποι όμως, άλλοι προπονητές αξιόλογοι που είχαν άλλη άνεση οικονομική γιατί είχαν και άλλη δουλειά τα παράτησαν. Γιατί η κατάσταση που επικρατεί είναι πολύ ψυχοφθόρα, συνέχεια ζεις στην αβεβαιότητα, συνέχεια στο άγχος. Ό,τι και να κάνεις, να μην στο αναγνωρίζουν, να μην σου δίνουν αυτό που σου αξίζει».
«Αντιστέκομαι για αυτό και δεν είμαι αρεστός»
Στον ΠΑΟΚ τι έγινε ;
«Με ρωτάνε πολλοί φίλοι μου, πώς είναι δυνατόν να έφυγα από τον ΠΑΟΚ ή παλαιότερα πώς έφυγα με μόλις μια ήττα από τον Πανελλήνιο. Μα δεν παίζει ρόλο το αποτέλεσμα. Δεν θέλουν τον προπονητή να κάνει τη δουλειά του. Θέλουν τον προπονητή φερέφωνο, να στέκεται και να παίρνει τους κραδασμούς, να τραβάει αυτός το ζόρι και αυτοί να κάνουν τα παιχνίδια τους».
Κρύβονται μήπως συμφέροντα πίσω απ’ όλη αυτή την κατάσταση;
«Σαφώς και κρύβονται συμφέροντα, και άλλου είδους συμφέροντα. Εγώ όμως αντιστέκομαι και γι’ αυτό δεν είμαι αρεστός, γι’ αυτό με έχουν απ’ έξω απ’ όλα. Δεν μπορεί να γίνεται all stargameκαι να μην πηγαίνει ο Μαρκόπουλος και ο Καλαφατάκης με τέτοιες πορείες τα τελευταία χρόνια. Ο Μαρκόπουλος έκανε δύο χρονιές καταπληκτικές, επιτρέπεται τώρα να μην είναι μέσα στο αλλ σταρ γκέιμ (;) και να είναι ο Γκέρμπερ και ο Μαντσόν. Το ίδιο συνέβη και με εμένα παλαιότερα. Οι Έλληνες προπονητές μένουν στο περιθώριο, πώς θα πουλήσεις το προϊόν, όταν το απαξιώνεις; Βέβαια κάποτε το all stargameήταν γιορτή και γινόταν χαμός, γέμιζε το ΣΕΦ και αυτό τώρα το γεγονός ακόμα υποβαθμίστηκε.
Ξέρουμε την πραγματικότητα, όμως δεν την υπερασπιζόμαστε, δεν πουλάμε το προϊόν όπως πρέπει και γι’ αυτό πιστεύω ότι πάμε από το κακό στο χειρότερο».
Τι μπορεί να γίνει όμως;
«Να σταματήσουμε να τα λέμε μόνο. Να μην τα λέει ένας προπονητής και να μου λένε ότι είμαι επαναστάτης ή αντιδραστικός. Έτσι είναι όμως, πρέπει να λέγεται η αλήθεια μήπως και αλλάξει κάτι. Όταν πρέπει, να βγαίνεις να μιλάς και να στηρίξεις αυτό που αγαπάς. Να λες αλήθειες. Δηλαδή αν δεν έχει καλή αντιπολίτευση μία κυβέρνηση, πάει καταστράφηκε. Η αντιπολίτευση κρατάει την ισορροπία, την προστατεύει από λάθη. Αν όμως δεν μιλάμε δεν κάνουμε τίποτα. Κλεινόμαστε στον μικρόκοσμό μας, κοιτάμε τον εαυτό μας και κοιτάζουμε να βολευτούμε.
Δεν είναι όμως έτσι. Απ’ αυτό όμως το ρημάδι το μπάσκετ ζει πολύς κόσμος. Δεν ζουν μόνο οι προπονητές και οι παίκτες. Ας αναλάβουμε λοιπόν όλοι τις ευθύνες μας. Εγώ αναλαμβάνω το κόστος για τα όσα λέω, μπορεί να μην είμαι αρεστός αλλά αν αγαπάς αυτό που κάνεις πρέπει να λες αλήθειες. Από την άλλη θεωρώ προσβλητικό για την καριέρα μου να χαϊδεύω αυτιά ή να παίρνω κάθε μέρα τηλέφωνα σε δημοσιογράφους ή παράγοντες για να θυμίσω ότι υπάρχω. Ο κάθε άνθρωπος διαλέγει τη διαδρομή του, και ξέρουμε καλά πώς λειτουργεί το σταρ σύστεμ, δεν μ’ αγγίζει όμως. Έχω διαλέξει αυτόν τον δρόμο, εμένα ο καθρέπτης μου είναι η δουλειά που κάνω μέσα στο γήπεδο».
Αποτελεί κάπως δικαίωση για σένα ότι κάθε περίοδο παρ’ όλα τα προβλήματα είσαι στην άκρη του πάγκου κάποιας ομάδας;
«Δουλεύω εικοσιπέντε χρόνια και δεν έχω χάσει καμιά σεζόν. Μπορεί κάποιες να μην έχω ξεκινήσει αλλά μέχρι τον Νοέμβριο είμαι στη θέση μου. Δυστυχώς - για κάποιους - εγώ δεν έχω αποφασίσει να φύγω. Μπορεί να μην τους κάνω τα χατίρια αλλά θα είμαι εκεί γιατί ξέρω να κάνω την δουλειά μου όσο καλύτερα και όσο πιο τίμια γίνεται. Δεν μπορώ να μπω σε μια διαδικασία για να παίξω παιχνιδάκια. Αν έπαιζα το παιχνιδάκι που ήθελε ο καθένας θα ήμουν τώρα βολεμένος, ήρεμος και χαλαρός. Αλλά δεν είναι η ιδιοσυγκρασία μου τέτοια. Αν προσπαθήσω να το κάνω θα το κάνω λάθος, θα αποτύχω. Δεν μπορώ να συμβιβαστώ με κάποια πράγματα. Δεν μπορώ να πάρω παίκτη, ο οποίος δεν αξίζει, που γίνεται αγώνας και παρασκήνιο γι’ αυτό όχι μόνο από μάνατζερ. Δηλαδή κάνουν αγώνα, για να μην πάει καλά η ομάδα τους. Εγώ λοιπόν δεν πρόκειται να παίξω αυτό το παιχνίδι, θα πάρω αυτόν – από οποιονδήποτε και να είναι – αρκεί να μου κάνει. Εγώ βάζω τα κριτήρια όσο αφορά στο αγωνιστικό κομμάτι και τον χαρακτήρα και η διοίκηση τα οικονομικά. Εγώ σέβομαι την διοίκηση γιατί αυτή βάζει τα χρήματα αλλά δεν πρόκειται να πάρω παίκτη με το ζόρι αν δεν μου κάνει, πιο οικονομικό ναι...».
Άρα το αν θα πεις όχι σε μια ομάδα δεν έχει να κάνει μόνο με το οικονομικό…
«Σαφέστατα όχι. Άλλωστε έχω δουλέψει σε πολύ δύσκολες καταστάσεις από θέμα οικονομικού. Στον ΠΑΟΚ πήρα μια ομάδα διαλυμένη, με ρεκόρ 2-6 και την έφθασα στην έβδομη θέση, μπροστά από τον Πανιώνιο που ήταν ομάδα που έπαιζε στην Ευρωλίγκα. Και όλα αυτά απλήρωτοι από τον Δεκέμβριο, με εννέα παίκτες να έχουν φύγει και πέντε έφηβους στα τελευταία δέκα παιχνίδια. Έφυγα και χάρισα πολλά λεφτά στον ΠΑΟΚ».
Το ευχαριστώ ποιο είναι όμως;
«Από τον κόσμο του ΠΑΟΚ απίστευτο ευχαριστώ. Δεν μπορείς να φανταστείς όπου και αν πήγα για διακοπές ή συνάντησα φίλους του ΠΑΟΚ εισέπραξα λατρεία και αγάπη».
Είναι αυτό μια δικαίωση;
«Είναι δικαίωση. Δεν ζεις μ’ αυτό αλλά είναι δικαίωση. Τον κόσμο του ΠΑΟΚ τον λατρεύω, αυτό είναι αλήθεια. Μ’ αγάπησε και αυτός πιστεύω ότι είναι ο μόνος δίκαιος κριτής. Όσο και αν προσπαθήσεις να τον κοροϊδεύσεις κάποια στιγμή καταλαβαίνει ποιος είσαι και παίρνεις αυτό που σου αξίζει. Γι’ αυτό και έχω υπομονή. Αν και τα χρόνια περνάνε πιστεύω ότι θα έρθει και η δικαίωση. Μπορεί ο δρόμος που διάλεξα να είναι δύσκολος αλλά είναι πιο αξιοπρεπής, πιο ηθικός. Πιο χρονοβόρος βέβαια αλλά είναι ο δρόμος ο δικός μου. Ήμουν προπονητής ο οποίος είχε κάνει έξη σερί ανόδους και δεν είχα πάει στην ΕΣΚΑ προπονητής – που είναι τιμητικές οι θέσεις – σε κάποια από τις ομάδες της. Αυτό έγινε κάποια στιγμή – με βέτο κάποιων παραγόντων και όταν είχα τους Αμπελόκηπους στην Α1 – και πήγαμε και πήραμε χρυσό μετάλλιο».
Το… θαύμα των Αμπελοκήπων
Πώς εξηγείς μετά από τόσα χρόνια το «θαύμα» των Αμπελοκήπων;
«Αυτό που έγινε στηρίχθηκε αποκλειστικά στο μπάσκετ. Μια ομάδα που είχε δύο φιλάθλους, την πεθερά μου και τον πατέρα μου στην αρχή και μετά φθάσαμε σε ένα κατάμεστο γήπεδο και όλη την Ελλάδα να βλέπει Αμπελόκηπους. Πολύ δουλειά, αγάπη απίστευτες σχέσεις και μπάσκετ έτσι το εξηγώ και πιστεύω ότι δεν πρόκειται να ξαναγίνει. Μη ξεχνάς όμως ότι κουβάλησε αυτή η ομάδα των Αμπελοκήπων πολύ ζήλια, θαυμασμό μεν αλλά και ζήλια. Τα παιδιά των Αμπελοκήπων τράβηξαν πολλά. Αυτό το ζήσαμε και λίγο στο Ηράκλειο, γιατί είχαμε έναν πρόεδρο που πλήρωνε, μία ομάδα που κέρδιζε, μια ομάδα που έφθασε ψηλά και όλοι ήθελαν να παίξουν σ’ αυτή την ομάδα. Ακόμα όμως και αυτή την επιτυχία με τους Αμπελόκηπους δεν την εισέπραξα άμεσα. Όταν ένα τέτοιο επίτευγμα που είναι παγκόσμιο ρεκόρ, δεν το «πουλάς», δεν κάθεσαι πάνω σ’ αυτό για να προχωρήσεις, κάτι σημαίνει.
Σαφώς ήταν εφαλτήριο για την καριέρα μου και με έκανε γνωστό σ’ όλη την Ελλάδα, αλλά μέχρι εκεί. Εγώ βρήκα δουλειά αργότερα, ούτε αυτό μπόρεσα να εξαργυρώσω. Έχω κάνει δουλειές κάτω από δύσκολες συνθήκες και έκανα πάντα επιτυχίες και έβλεπες να μην είμαι στις πρώτες επιλογές, ενώ άλλοι που είχαν αποτύχει παταγωδώς να βρίσκουν αμέσως δουλειά. Άρα λοιπόν από τη στιγμή που έχω βιώσει όλα αυτά τα πράγματα ξέρω που βρίσκομαι, ούτε με πληγώνει αυτό, ούτε το λέω σαν παράπονο, απλά επαληθεύει αυτό που φωνάζω περί μη αξιοκρατίας. Παλιά στενοχωριόμουν, τα πρώτα χρόνια. Το έβλεπα σαν αδικία γιατί είχα μάθει αλλιώς. Ήταν και πρόσφατες οι επιτυχίες με Αμπελόκηπους και Ηράκλειο και μου ξένιζε όλο αυτό. Τώρα όμως μετά από τόσα χαστούκια, πιστεύω ότι όλα είναι μέσα στο πρόγραμμα, δεν με αγγίζουν καν».
Δεν βγάζεις παράπονο δηλαδή;
«Όχι βέβαια. Έτσι είναι η ζωή. Μου είχε πει κάποια στιγμή ένα φίλος μου παράγοντας ότι ή μπαίνεις μέσα στο παιχνίδι και παίζεις ή μένεις απ’ έξω. Εγώ λέω ότι θα μείνω και θα παίξω με τους όρους μου. Δεν γίνεται να φύγω γιατί είναι μονόδρομος. Τότε μου είπε… «θα δεινοπαθήσεις».Εις γνώση μου λοιπόν γίνονται όλα αυτά αλλά εγώ είμαι εδώ, στην πρώτη γραμμή. Δεν μπορεί να μου προσάψει κανείς τίποτα. Σε θέματα τιμιότητας, αξιοπρέπειας, ηθικής πειθαρχίας, σεβασμού είμαι κάθετος, δεν κάνω βήμα πίσω.
Αυτό που έχει σημασία για εμένα είναι τι λέει ο κόσμος και η αναγνώριση από τους παίκτες. Η λατρεία που έχουν οι παίκτες για μένα και ο κόσμος. Τα λεφτά…εγκλωβιζόμαστε με τα λεφτά και κάνουμε την πάπια για τα λεφτά και κάνουμε «την πάπια» για τα λεφτά, αυτός μας πληρώνει, δεν μιλάμε. Τα λεφτά απλά πρέπει να τα χρησιμοποιούμε για να περνάμε καλά, δεν πρέπει να εγκλωβιζόμαστε. Δυστυχώς όμως αλλοιώνουμε τον χαρακτήρα μας για να τα αποκτήσουμε. Αντί να μας κάνουν καλύτερους να φτιάχνουν τη ζωή μας, εμάς μας χαλάνε, τη ζωή, τον χαρακτήρα τα πάντα. Αυτό που εισπράττω λοιπόν εγώ από τον κόσμο και τους παίκτες είναι λίγοι που το εισπράττουν. Ένα ακόμα που σιχαίνομαι είναι στις συνεντεύξεις Τύπου που ξέρεις ότι δύο προπονητές δεν μιλάνε ο ένας στον άλλο και βγαίνουν και λένε τα καλύτερα λόγια… Δεν είναι κακό να λες μια καλή κουβέντα αλλά όχι στη συνέχεια πίσω από τις κάμερες να καρφώνεις τον άλλο στον πλάτη. Έχω οραματιστεί άλλα πράγματα».
«Έχει δυναμική και όνομα ο ΟΦΗ»
Ας μιλήσουμε και για το μπάσκετ στην Κρήτη, τι βλέπεις;
«Η περίπτωση του Ρεθύμνου ξεχωρίζει. Ο ΑΓΟΡ είναι σε καλό δρόμο έχει ανθρώπους που αγαπάνε το μπάσκετ, έχει ανθρώπους οι οποίοι δεν επιδιώκουν την προσωπική τους προβολή, οι οποίοι έχουν όραμα, διαθέτουν ηθική και αξίες. Γι’ αυτό και τους αγαπάει η τοπική κοινωνία που με τη σειρά της στηρίζει την προσπάθεια και τα αποτελέσματα τα βλέπουμε. Μετά βλέπουμε τον Ο.Φ.Η. που βρέθηκε στην Α2, αν σταθεροποιηθεί και οργανωθεί σωστά, τότε θα έχουμε δύο ομάδες από την Κρήτη σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η Κρήτη σαν κοινωνία μπορεί μόνη της να συντηρήσει τα πάντα, γιατί ούτε οικονομικό πρόβλημα υπάρχει, με την έννοια ότι δείχνει ότι αντέχει στην κρίση και είναι λοιπόν ευκαιρία να κάνει την διαφορά, σίγουρα το μπορεί… Απλά πρέπει να γίνει δουλειά στις υποδομές, εκεί πρέπει να δώσουν κάποια έμφαση, σε παίκτες μέσα από την Κρήτη. Το πείραμα με το «Ηράκλειο» τότε πέτυχε αφού αναδείξαμε πολλούς Κρητικούς παίκτες. Αν μπει ένα πρόγραμμα και δίνεις λίγο χώρο σε γηγενείς παίκτες θα προχωρήσεις».
Η ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΛΑΦΑΤΑΚΗ
1984 – 1985 : ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ (τοπική κατηγορία)
1985 – 1987 : ΕΣΤΙΑ ΦΙΛΙΑΣ (τοπική κατηγορία)
1987 – 1995 : ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ (έξη κατηγορίες σε έξι χρόνια από το τοπικό στην Α1 επιτυχία η οποία θεωρείται παγκόσμιο ρεκόρ. Την ίδια εποχή ήταν προπονητής στην ομάδα του Πανελευσινιακού (1991 – 1992) την οποίαν ανέβασε από την Γ’ τοπική στην Β’.
(Το 1994 ήταν προπονητής της Ελληνικής ομάδας στο all stargameστην Αθήνα)
1995 – 1998 : «ΗΡΑΚΛΕΙΟ» (Α1, Κόρατς)
(Το 1997 ήταν προπονητής της Ελληνικής ομάδας στο all stargameστην Πάτρα)
1998 – 1999 : ΑΕΚ (Α1, Σαπόρτα)
1999 – 2000 : ΔΑΦΝΗ (Α1)
2000 – 2001 : ΑΠΟΛΛΩΝ ΠΑΤΡΑΣ (Α2)
2001 – 2002 : ΙΩΝΙΚΟΣ Ν.Φ. (Α1)
2002 – 2005 : ΠΑΝΙΩΝΙΟΣ (Α1)
2005 – 2006 : ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ (Α1)
2006 – 2008 : ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ (Α1)
2008 : Α.Ε. ΛΑΡΙΣΑΣ (Α1)
2008 – 2009 : ΠΑΟΚ (Α1).
2010-12: ΔΡΑΜΑ
(Από το 2005 μέχρι σήμερα είναι αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Προπονητών).